ακαγιού

ακαγιού
το
το ξύλο ακαζού*.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ακαγιού — το και ακαζού, το (λ. πορτογαλ.), άκλ., το ξύλο μαόνι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”